.δ.
 

 

ΠΝΕΥΜ.ΛΟΓΟΙ - ΟΜΙΛΙΕΣ

 


.
..

 

 

 

 

 


 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Το Ευαγγέλιο Της Κυριακής ΙΔ΄ Λουκά (ιη' 35-43)
Θεραπεία του τυφλού της Ιεριχούς (Άγιος Κύριλλος, αρχιεπίσκοπος Αλεξανδρείας)
<<Εκείνο τον καιρό, καθώς πλησίαζε ο Ιησούς στην Ιεριχώ καθόταν ένας τυφλός κοντά στο δρόμο και ζητιάνευε. Όταν άκουσε πως περνάει πολύς κόσμος, ρώτησε τι ακριβώς συμβαίνει. Του απάντησαν δε πως ο Ιησούς ο Ναζωραίος περνάει από μπροστά του. Τότε φώναξε δυνατά: «Ιησού υιέ Δαβίδ, ελέησε με». Εκείνοι που προπορεύονταν τον μάλωναν για να σωπάσει. Αυτός όμως φώναζε πολύ περισσότερο. «Υιέ του Δαβίδ, ελέησε με». Αφού σταμάτησε ο Ιησούς, έδωσε εντολή να τον φέρουν μπροστά του. Όταν αυτός (τυφλός) πλησίασε τότε τον ρώτησε (ο Κύριος). «Τι θέλεις να σου κάνω;» Εκείνος δε είπε: «Κύριε, θέλω να ξαναδώ (με τα μάτια μου). Και ο Ιησούς του είπε: «Ανάβλεψε· η πίστη σου σε έσωσε. Και αμέσως ξαναείδε το φως του και ακολουθούσε τον Κύριο δοξάζοντας το Θεό. Και όλος ο λαός, όταν είδε (το θαύμα) δόξασε το Θεό. >>
____________________________________________________________________________

Το θαύμα της θεραπείας του τυφλού έξω από την Ιεριχώ, είναι από τα τελευταία θαύματα του Ιησού Χριστού. Ήταν το τελευταίο ταξίδι που έκανε για τα Ιεροσόλυμα, όταν ανέβαινε και πήγαινε για το εκούσιο πάθος. Έτσι εξηγείται ότι μόλις ο τυφλός άκουσε πως περνάει ο Ιησούς άρχισε να φωνάζει και να ζητά βοήθεια. Μέχρι τώρα είχε κάμει το ατύχημά του επάγγελμα· καθόταν στην άκρη του δρόμου και ζητιάνευε. Μα όταν του είπαν πως περνάει ο Ιησούς, ξέχασε τη ζητιανιά κι άρχισε να ζητά όχι τώρα μια μικρή ελεημοσύνη, αλλά τη θεραπεία της αιτίας της δυστυχίας του.
Έχουν περάσει τρία χρόνια από τότε που ο Ιησούς Χριστός άρχισε το δημόσιο έργο του· οι άνθρωποι άκουσαν τη διδασκαλία του και είδαν τα θαύματά του, κι όλοι πια τον ξέρουν. Αρκετό λοιπόν ήταν για τον τυφλό, που του είπαν πως περνάει ο Ιησούς, για να αρχίσει να φωνάζει και να ζητά το έλεός του.
Γιατί από εκεί ξεκινάνε πάντα οι ενέργειες του Θεού για τον άνθρωπο· από το θείο έλεος.
Από τον τρόπο με τον οποίο φωνάζει, φαίνεται πως αυτός ο άνθρωπος έχει πίστη. Όλοι οι τυφλοί έχουν ιδιαίτερα αναπτυγμένη μια εσωτερική αίσθηση· μερικά πράγματα τα βλέπουν καλύτερα από κείνους, που λένε πως έχουν μάτια. Έτσι κι αυτός ο τυφλός έβλεπε καλά σε ποιόν φώναζε, κι είχε μια εμπιστοσύνη σ’ αυτόν που τον παρακαλούσε.
Καλά αυτός τότε θεραπεύτηκε. Εμείς, σήμερα, γιατί διαβάζουμε αυτό το θαύμα; Για την ιστορία; Ή μήπως έχουμε και εμείς ανάγκη να αναβλέψουμε; Η απάντηση είναι: «Βεβαίως έχουμε ανάγκη να ανοίξουν τα μάτια μας». Ας νομίζουμε ότι τα έχουμε ανοικτά. Το ίδιο δεν έλεγαν και οι φαρισαίοι τότε;
-Γερά είναι τα μάτια μας. Βλέπουμε.
Τους απάντησε ο Χριστός:
-Μακάρι να είσαστε τυφλοί. Δεν θα είχατε αμαρτία. Τώρα λέτε ότι βλέπετε και η αμαρτία μένει ολόκληρη πάνω σας.
Τι σημαίνουν τα λόγια του Χριστού; Πρώτα από όλα, ότι ο άνθρωπος δεν έχει μόνο τα μάτια που ξέρουμε, στο πρόσωπό του, μα έχει και κάποια άλλα στην καρδιά.Τα μάτια του σώματος όπως είναι, με τις ικανότητες που έχουν και με την δύναμη που έχουν, δεν φτάνουν να μας αποκαλύψουν τα πιο σημαντικά...
Γιατί υπάρχουν πραγματικότητες, που δεν τις διακρίνουμε με τα μάτια του σώματος, αλλά με τα μάτια της καρδιάς. Πρόκειται για «τα μη βλεπόμενα». Λέει ο απόστολος Παύλος: «Προσέξτε. Τα βλεπόμενα είναι πρόσκαιρα. Τα μη βλεπόμενα, εκείνα που δεν τα βλέπουμε με τα μάτια μας, είναι παντοτινά. Και έχουν μεγαλύτερη αξία». Ποιά είναι τα «μη βλεπόμενα»;
Πρώτα από όλα ο Θεός. Χρειάζεται γερό μάτι για να τον δούμε, να τον αναζητήσουμε και να καταλάβουμε ότι η ομορφιά και το φως της ζωής πηγάζουν από αυτόν.
Δεύτερον, είναι η ψυχή μας.
Τρίτον, η αιώνια ζωή.
Δεν βλέπουμε τον Θεό με τα αισθητά μάτια. Είναι κάτι έξω από εμάς. Μήπως βλέπουμε την ψυχή μας; Ούτε την ψυχή μας την βλέπουμε.
Ούτε την αιώνια ζωή την βλέπουμε. Μας λέει όμως ο Χριστός: «Προσέξετε μη κάνετε το λάθος, και επειδή δεν τα βλέπετε, τα θεωρήσετε ανύπαρκτα. Ή ασήμαντα. Ένα τέτοιο λάθος, θα είναι τρομακτικό. Γιατί θα αφήσετε να βουλιάξει η ζωή σας στο ψέμα».
Mε τα μάτια της καρδιάς βλέπουμε ότι η καλωσύνη, είναι πιο γλυκειά από το πιο νόστιμο φαγητό. Ότι η συγχώρηση είναι κάτι το πολύ μεγάλο. Και ότι η αγάπη γεμίζει την καρδιά, που αξίζει πιο πολύ από την κοιλιά. Όταν δεν δίνουμε σημασία στα μέσα μάτια, μας οδηγούν όπου θέλουν τα πάθη μας που τα υποκαίει ο διάβολος. Και ο άνθρωπος όντας σε μια τέτοια κατάσταση, προτιμά όχι την σεμνότητα, αλλά την πορνεία. Περιφρονεί την νηστεία, που γίνεται εις δόξαν Χριστού και προτιμά να τρώει. Και τρώγοντας, κοροϊδεύει όσους νηστεύουν και ειρωνεύεται όσους προσεύχονται και εκκλησιάζονται, ενώ θα μπορούσαν να κοιμούνται και να μη δίνουν σημασία σε τίποτε.
Τα πνευματικά μάτια, έχουν χιλιάδες φορές μεγαλύτερη αξία από τα σωματικά. Και ο απόστολος Παύλος συνιστά: «Μην αφήνετε να κολλήσει ο νους σας στα βλεπόμενα. Μη τα θεωρήσετε σαν μοναδική αξία και μοναδική πραγματικότητα.
Τι λοιπόν πρέπει να ποθούμε να βλέπουμε; Το μεγαλύτερο καλό είναι να ανοίξουν τα μάτια μας, να βλέπουμε τον εαυτό μας και να αναρωτιόμαστε: «Πώς είμαι; Τι είμαι μπροστά στο Χριστό;».
Τι σημαίνει αυτό πιο απλά; Να μπορώ να βλέπω τις πράξεις μου. Τα χάλια μου. Ποιά είναι τα μεγαλύτερα χάλια μας; Είναι εκείνα που έχουμε στην καρδιά μας: Ο τρόπος που σκεπτόμαστε και αισθανόμαστε το κάθε τι. Λέει ὁ άγιος Ισαάκ: «Εκείνος που άρχισε να καταλαβαίνει και να βλέπει τις αμαρτίες του, είναι μεγαλύτερος και σοφώτερος, από εκείνον που έχει την δύναμη να ανασταίνει νεκρούς». Πώς θα μας φαινόταν, να παρουσιαζόταν κάποιος, να πήγαινε στο κοιμητήριο και να ανάσταινε ένα - δυό πεθαμένους; Τι θα λέγαμε; Θα γουρλώναμε τα μάτια μας, θα κοβόταν η μιλιά μας και θα σκεπτόμαστε: «Δεν υπάρχει δεύτερος σαν κι αυτόν». Λένε οι άγιοι: «Το να βλέπεις τις αμαρτίες σου, είναι μεγαλύτερο και ωφελιμότερο από το να αναστήσεις νεκρούς». Μακάριος είναι εκείνος που βλέπει τον εαυτό του και τις αμαρτίες του. Γιατί ο άνθρωπος αυτός, δεν ζει πια στο ψέμα.
Να λοιπόν γιατί πρέπει εμείς, πιο πολύ από τον τυφλό της Ιεριχούς, να λέμε στην προσευχή μας και να φωνάζουμε στον Χριστό: «Υιέ του Δαυΐδ, ελέησέ με. Άνοιξε τα μάτια της ψυχής μου, να δω την δόξα σου, να δω την αιώνια ζωή, να καταλάβω τι κακό είναι η αμαρτία. Να καταλάβω τι κακό είναι μέσα στην καρδιά η έλλειψη πίστης, αγάπης, ταπείνωσης».
Όταν αρχίσουν να μας απασχολούν αυτά, τότε αρχίζουμε να «ζυγιάζουμε». Και για τον εαυτό μας και για τους άλλους. Και από τότε αρχίζουμε να «ζυγιάζουμε», να έχουμε δηλαδή πνευματικό βάρος, για τον Κύριό μας Ιησού Χριστό. Άρα το μεγαλύτερο και το ωφελιμότερο πράγμα για μας είναι να ζητάμε φως Χριστού.
Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, προσευχόταν συνεχώς με τα λόγια:
«Κύριε, φώτισέ μου το σκότος. Δος μου λίγο φως να διαλυθεί το σκοτάδι που έχω μέσα μου».

Να παρακαλούμε τον Κύριό μας, το φως του κόσμου, να μας δίνει κάθε μέρα λίγο περισσότερο φως, να βλέπουμε τον εαυτό μας, την ψυχή μας, την αιώνια ζωή. Να βλέπουμε ακόμα τα πάθη μας, τις κακίες μας, την αμαρτία και να καταλαβαίνουμε την ζημία που μας  προξενούν!  Αμήν! (Λουκά ιη' 35-43)