.δ.
 
 

.

ΠΝΕΥΜ.ΛΟΓΟΙ - ΟΜΙΛΙΕΣ_

 

 

 

 

 

 

 

 

 


 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

ΣΥΝΑΞΑΡΙ ΑΓΙΩΝ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ & ΕΛΕΝΗΣ


 

Imperator Ceasar Clavdius Valerius Constantinus Augustus ήταν το πλήρες όνομα του Μεγάλου Κωνσταντίνου που από το 324 που έγινε μονοκράτωρ.
Κώνστας είναι η constantia είναι η σταθερότης, η δύναμη του χαρακτήρος, και τα δύο από το ρήμα ίσταμαι και ίστημι, επομένως η προέλευση του ονόματός του εννοιολογικά είναι αρχαιοελληνική, ελληνική. Η στάση των ιστορικών απέναντι στο Μέγα Κωνσταντίνο είναι αντιφατική, άλλοι τον θεωρούν μέγα θαύμα της ιστορίας και άλλοι κυρίως ειδωλολάτρες όπως ο Ζώσιμος, τον θεωρούν καιροσκόπο. Η Ιστορία όμως τον δικαίωσε ως μεγάλο.
Η Αγία Ελένη γεννήθηκε το 249 μ.Χ. στο Δρέπανο (σημερινή Γιάλοβα) της Βιθυνίας. Αργότερα, ο Μέγας Κωνσταντίνος μετονόμασε το Δρέπανο σε Ελενόπολις, για να τιμήσει τη μητέρα του. Τη χρονολογία γέννησης την συμπεραίνουμε από την πληροφορία που μας δίνει ο Ευσέβιος (VC., 3.46) ότι η Αγία Ελένη πέθανε σε ηλικία 80 χρονών σε συνδυασμό με ιστορικά στοιχεία.
O πατέρας της ήταν ξενοδόχος, που εκείνη την εποχή θεωρείτο ταπεινό επάγγελμα. Ο Ευσέβιος εξυμνεί την αρετή και την ευφυΐα της Αγίας Ελένης. Η ενασχόλησή της με τη μελέτη του Ευαγγελίου και τα διδάγματα του Χριστιανισμού, από την παιδική ακόμη ηλικία, σκιαγραφούν μια νέα γυναίκα που διήγαγε κάποιον αξιοπρεπή βίο χωρίς να σκανδαλίζει την κοινωνία του καιρού της.
Στο Δρέπανο την γνώρισε ο νεαρός τότε Ιλλυριός αξιωματικός Κωνστάντιος Χλωρός και την ερωτεύτηκε (η Αγία Ελένη ήταν ονομαστή για την καλλονή της). Όμως και η Αγία Ελένη αγάπησε τον ευγενή στρατιωτικό και το 270 μ.Χ. τον παντρεύτηκε.
Σε αυτά τα 23 χρόνια γάμου, η Αγία Ελένη ακολούθησε το σύζυγό της στη σκληρή στρατιωτική ζωή, σε εκστρατείες στη Γερμανία, τη Βρετανία κ.α.
Περίπου το 274, στη Ναϊσσό της Μοισίας (σημερινή Νίσσα της Σερβίας), η Αγία Ελένη γέννησε το γιο τους, το Μέγα Κωνσταντίνο. Το 293 ο αυτοκράτορας Διοκλητιανός διόρισε τον άνδρα της Καίσαρα των Δυτικών επαρχιών (Γαλατία, Ισπανία, Βρετανία) και επειδή ο νόμος απαγόρευε ανώτατο αξιωματικό να έχει σύζυγο ταπεινής καταγωγής, εκείνος την χώρισε και πήρε σύζυγο την Θεοδώρα που ήταν από αρχοντική γενιά.
Τότε η Αγία Ελένη απέδειξε την αγάπη της στο πρόσωπο του Κωνστάντιου, καθώς δεν τον ενόχλησε με ψεύτικα διλήμματα. Αποχώρησε ήσυχα από τη ζωή του, αφήνοντάς του ελεύθερο το δρόμο για τη λαμπρή πορεία που ανοιγόταν μπροστά σ' εκείνον και το γιό της. Η ίδια μαζί με το γιο της το Μ.Κωνσταντίνο παρέμειναν όμηροι του Διοκλητιανού και αργότερα του Γαλέριου στη Νικομήδεια, για να εξασφαλιστεί η υπακοή του Κωνστάντιου.
Όταν ο Γαλέριος αργότερα του επέτρεψε να δεί τον πατέρα του, το έκανε γιατί είχε στο νού του την εξόντωσή του, γι' αυτό του έστησε ενέδρα αλλά ο γενναίος και πανέξυπνος Κων/νος το αντελήφθηκε και την απέφυγε.
Το 306 μ.Χ. ο Μ.Κωνσταντίνος που διέπρεπε σε όλες στις μάχες, μετά το θάνατο του πατέρα του ανακηρύσσεται από τους στρατιώτες του, στο Γιορκ της Μ. Βρετανίας Καίσαρας, οπότε και καλεί τη μητέρα του κοντά του. Έτσι, η Αγία Ελένη βρίσκεται στην αυλή του γιου της στους Τρεβήρους (σημερινή Trier της Γερμανίας) και στη Ρώμη. (Ενδείξεις για τη διαμονή της στη γερμανική επαρχία της αυτοκρατορίας αποτελούν τα ερείπια και οι τοιχογραφίες του ανακτόρου της Τρηρ). Στη Ρώμη μετέβησαν όταν κάλεσαν τον Μ.Κων/νο να γίνει Αύγουστος και αυτό έγινε μετά τη νίκη του στη Μιλβία Γέφυρα, όπου ηττήθηκε ο Μαξέντιος, ο οποίος του αντιστάθηκε και επεδίωξε να τον αποκλείσει από την εξουσία.
Η Αγία Ελένη έζησε από κοντά όλη την εξελικτική πορεία του Μ. Κωνσταντίνου (Καίσαρας, Αύγουστος, Αυτοκράτορας) και κάτι ακόμη πιο σημαντικό, το περίφημο όραμα του μεγάλου Κωνσταντίνου το 322 μ.Χ., πριν τη μάχη της Μιλβίας Γέφυρας: το φωτεινό σταυρό μέρα μεσημέρι στον ουρανό, με την επιγραφή «Τούτω Νίκα». Τότε, η Αγία Ελένη πρέπει να έλαβε το χριστιανικό βάπτισμα, σε ηλικία 60 περίπου ετών, έπειτα από πολυετή κατήχηση, προετοιμασία και αφοσίωση στα διδάγματα του χριστιανισμού.
Στην αυτοκρατορική αυλή, η Αγία Ελένη κατείχε εξέχουσα θέση, γιατί εκτίμησε πολύ ο Μ.Κων/νος την ενέργειά της να αποχωρήσει αθόρυβα από τη ζωή του συζύγου της αφ' ενός και αφ' ετέρου για την μεγάλη φροντίδα του στον ίδιο. Ήδη πριν το 324, ο Mέγας Κωνσταντίνος της είχε απονείμει τον τίτλο της Nobilissma Femina και έκοψε νομίσματα με τη μορφή της.
Μετά το 324 κι αφού νίκησε τον αντίπαλό του Λικίνιο, και παρέμεινε κύριος Ανατολής και Δύσεως, αντί βασιλομήτορα, την ονόμασε Αυγούστα. Ακόμη, στο Φόρο της Κωνσταντινούπολης, ύψωσε τις στήλες «Κωνσταντίνου και Ελένης». που έφεραν όμως την επιγραφή: «Εις Άγιος, εις Κύριος Ιησούς Χριστός, εις δόξαν Θεού Πατρός, Αμήν». Με αυτή τη πράξη του, έφερε νέο ήθος στό θεσμό.
Επίσης της παραχώρησε το ανάκτορο στο Σεσσόριο του Λατερανού, όπου της έκτισε κι έναν ωραίο ναό. Εκεί η Αγία Ελένη ζούσε μια διακριτική ζωή, αφιερωμένη σε φιλανθρωπικά έργα και στη διάδοση της χριστιανικής διδασκαλίας. Υπέδειξε μάλιστα στο γιο της να ιδρύσει δημόσια πτωχοκομεία, νοσοκομεία, ορφανοτροφεία (κατά παραχώρηση, θα μπορούσαμε να χρησιμοποιήσουμε το σύγχρονο όρο «κρατική πρόνοια», του οποίου σκαπανέας φαίνεται ότι υπήρξε η Αγία Ελένη).
Τη θέση της όμως στην Ιστορία, η Αγία Ελένη την οφείλει στο ταξίδι της στην Παλαιστίνη και τις υπόλοιπες ανατολικές επαρχίες της αυτοκρατορίας. Κατά τη διάρκεια της Α’ Οικουμενικής Συνόδου (325 μ.Χ.) που συνεκάλεσε ο ίδιος για να ειρηνεύσει την εκκλησία, πληροφορήθηκε για την κατάσταση που επικρατούσε στους Αγίους Τόπους και για αυτό έστειλε τη μητέρα του στην Ιερουσαλήμ, με σκοπό να ερευνήσει και να φέρει στο φως τα διάφορα μέρη στα οποία έζησε και δίδαξε ο Χριστός.
Στο διάστημα αυτό (δηλαδή κατά τη παραμονή της στην ανατολή), συνέβησαν τα γεγονότα του θανάτου του εγγονού της καίσαρα Κρίσπου, μεγαλύτερου γιου του Μ. Κωνσταντίνου, από το πρώτο γάμο του με τη Νινευίνα, καθώς και της δευτέρας συζύγου του Φαύστας, μητριάς του Κρίσπου, για λόγους που παραμένουν σκοτεινοί. Μολονότι δεν είναι απόλυτα εξακριβωμένο, σύμφωνα με τον Ρωμαίο ιστορικό, Βίκτωρα Σέξτο Αυρήλιο (Caes. 41.11-12), η φυλάκιση του ναυάρχου Κρίσπου, έγινε με ενέργεια του πατέρα του, Μεγάλου Κωνσταντίνου, καθώς η Φαύστα (με την οποία έκανε τρία παιδιά) με ψευδομάρτυρες τον συκοφάντησε ότι προσπάθησε να την βιάσει, γιατί ήθελε να προωθήσει τα τρία δικά της παιδιά... στην εξουσία.
Ο Μ.Κων/νος που τότε ήταν, θα λέγαμε <<Ο Ανώτατος Δικαστής>> ως αυτοκράτορας, πεισθείς από τη γυναίκα του, επέπληξε τον Κρίσπο και δυστυχώς με πίκρα εφήρμοσε το νόμο, τον εφυλάκισε. (Σκληρός ο νόμος, αλλά νόμος). Όμως πουθενά δεν αναφέρεται η καταδικαστική του απόφασις. Τώρα ποιός τον εφόνευσε, κανείς δεν γνωρίζει, ίσως ο κύκλος της Φαύστας.
Όταν όμως επέστρεψε η Αγία Ελένη από του Αγίους Τόπους, και έμαθε αυτό το γεγονός, επέκρινε αυστηρότατα το γιο της για τη σκληρή αυτή πράξη του και που δεν ερεύνησε σε βάθος τις ψευδείς καταγγελίες και τον ώθησε να διερευνήσει ξανά τις κατηγορίες που ειπώθηκαν εις βάρος του Κρίσπου.
Τότε ο Μ. Κωνσταντίνος, σύμφωνα με τον ίδιο ιστορικό, διέταξε αναψηλάφηση της δίκης και όταν αποδείχθηκε η απάτη της Φαύστας, με πολλή στενοχώρια εφήρμοσε πάλι το νόμο και διέταξε την συλληψή της και φυλάκισή της. Όμως και αυτή βρέθηκε νεκρή μετά 3-4 χρόνια από το θάνατο του Κρίσπου, από άγνωστη αιτία.
Την απώλεια του γιού του και της Φαύστας, που τους θρήνησε σε όλη του τη ζωή, επικαλούνται ιδιαίτερα οι εχθροί του Μ.Κων/νου λέγοντας ότι τους σκότωσε για να ισχυροποήσει τη θέση του, συγχρόνως δε επικρίνουν την εκκλησία για την αγιοποίησή του. Δεν θέλουν να αναγνωρίσουν την τραγική επικρατούσα τότε κατάσταση, ούτε την αξία της μετάνοιας και τα μαθηματικά του Θεού (κατά το Γέρ. Παΐσιο) που πρώτος οικιστής του Παραδείσου είναι ο ληστής! Και η Αγία Ελένη κατόπιν ζητούσε συγχώρεση από το Θεό για αυτές τις άδικες αποφάσεις του γιού της (πρέπει να είναι η μοναδική περίοδος που οι σχέσεις του Μ.Κωνσταντίνου και της μητέρας του διήλθαν κρίση, χωρίς όμως να άρει και την εύνοιά του από το πρόσωπό της. Άλλωστε ο Μ. Κων/νος σε αυτό το ζήτημα έπεσε θύμα απάτης, όπως αναφέραμε και εάν είναι αλήθεια όλα αυτά, τα γεγονότα που βέβαια συνέβησαν πριν αποφασίσει να γίνει Χριστιανός).
Δύο είναι οι σημαντικότερες πράξεις του Αγίου Κων/νου. Η πρώτη είναι η υπογραφή του διατάγματος των Μεδιολάνων το 313 μ.Χ. με το οποίο σταμάτησαν οι διωγμοί τριών αιώνων κατά των Χριστιανών, αποφυλακίσθηκαν όλοι οι διωκώμενοι σε όλη την επικράτεια και έκτοτε επιτρέπετο νόμιμα πλέον να λατρεύεται ο Χριστός στις εκκλησίες τους. Επέβαλε την ανεξιθρησκεία, να πιστεύει ο καθένας όποιον Θεό θέλει, και όχι την επισημοποίηση του Χριστιανισμού, η οποία έγινε αργότερα από τον Μέγα Θεοδόσιο.
Η δεύτερη σημαντική του πράξη ήταν η μεταφορά της πρωτεύουσας της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας από την Ρώμη στο αρχαίο Βυζάντιο, που ονομάσθηκε από τον ίδιο Νέα Ρώμη, η μετονομασθείσα αργότερα Κωνσταντινούπολη, και η οποία είχε ζωή περίπου 1.100 χρόνια, σημαντικό γεγονός για την παγκόσμια ιστορία και ιδιαίτερα για εμάς τους Έλληνες.
Μετά το σημείο της εμφανίσεως του Τιμίου Σταυρού, ο Μ.Κων/νος έφερε λάβαρο με το Τίμιο Σταυρό και το μονόγραμμα ΧΡ, σε κάθε μάχη. Μάλιστα Τον έστησε σε κεντρικά σημεία της Ρώμης και εστράφη πιό θερμά στό Χριστιανισμό. Κατόπιν έστειλε τη μητέρα του στά Ιεροσόλυμα, όπως αναφέραμε, να προσπαθήσει να ερευνήσει για τυχόν σημεία της παρουσίας του Κυρίου στη γη. Ο Ευσέβιος περιγράφει με λεπτομέρειες το ταξίδι της Αγίας Ελένης (VC, 3.42-47). Το παρουσιάζει ως ένα ευλαβέστατο προσκύνημα στους Αγίους Τόπους, κατά το οποίο η Αγία Ελένη επιδιδόταν σε πράξεις φιλανθρωπίας συντηρώντας ολόκληρες κοινότητες, ανεγείροντας ιδρύματα κοινής ωφελείας με αυτοκρατορικές επιχορηγήσεις και ιδρύοντας μονές και κτίζοντας ναούς. Το γεγονός ότι σε τόσο μεγάλη ηλικία (πρέπει να ήταν περίπου 78 χρονών, όταν ξεκίνησε την περιοδεία της) ανέλαβε μία τόσο κοπιαστική αποστολή, καταδεικνύει μία γυναίκα πιστή, με εξαιρετικά δυναμικό χαρακτήρα και ισχυρή θέληση.
Στη Βηθλεέμ και το Γολγοθά διεξήγαγε μεγάλες ανασκαφές, κατά τις οποίες βρέθηκαν οι τόποι της Γέννησης, της Σταύρωσης και της Ανάστασης του Χριστού. Εκεί, αφού έδωσε εντολή να κατεδαφιστεί ο ναός της Αφροδίτης από το Γολγοθά, η Αγία Ελένη ανέγειρε με αυτοκρατορικές χορηγίες τους μεγαλοπρεπείς ναούς της Γέννησης (στη Βηθλεέμ) και της Ανάστασης (στο λόφο του Γολγοθά), που μέχρι σήμερα αποτελούν τα σημαντικότερα μνημεία του Χριστιανισμού και αναστήλωσε την ερειπωμένη τότε Αγία Πόλη.
Η μεγάλη δόξα της Αγίας Ελένης, μεταξύ προπάντων των χριστιανικών πληθυσμών, οφείλεται στην εύρεση του Τιμίου Σταυρού. Ο Ρουφίνος είναι εκείνος, που στη δική του «Εκκλησιαστική Ιστορία», συνδέει την Αγία Ελένη με την εύρεση του Τιμίου Σταυρού (Hist. Eccl 10, 7-8)
Αφού ολοκλήρωσε το ταξίδι της στην Ανατολή, η Αγία Ελένη εγκαταστάθηκε στη Νικομήδεια. Εκεί απεβίωσε σε ηλικία 80 ετών έχοντας στο πλευρό της το γιο της Μ.Κωνσταντίνο, όπως μας πληροφορεί ο Ευσέβιος (VC, 3.46). Το γεγονός ότι από τις αρχές του 329 μ.Χ. σταματάει απότομα η κοπή νομισμάτων με τη μορφή της, μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι ο θάνατός της επήλθε στα τέλη του 328 ή στις αρχές του 329. Ενταφιάστηκε με βασιλικές τιμές στη Ρώμη, στο μαυσωλείο της οδού Λαβικάνας. Αργότερα, το λείψανό της μεταφέρθηκε στις κατακόμβες Πέτρου και Μαρκελλίνου. Η πορφυρή σαρκοφάγος που περιείχε το σκήνωμά της, σήμερα βρίσκεται στο μουσείο του Βατικανού. Η Εκκλησία την ανακήρυξε Αγία και Ισαπόστολο.
Στο μεταξύ ο Άγιος Κων/νος και λίγο πριν πεθάνει, αξιώθηκε του Αγίου Βαπτίσματος, το οποίο επιθυμούσε να γίνει στον Ιορδάνη, αλλά δεν μπόρεσε και αμέσως μετά είπε: «Νυν αληθεί λόγω μακάριον οιδ’ εμαυτόν, νυν της αθανάτου ζωής πεφάναι άξιον, νυν του θείου μετειληφέναι φωτός πεπίστευκα». Τώρα, δηλαδή, σύμφωνα με το λόγο της αληθείας, ξέρω ότι είμαι μακάριος, τώρα έχω γίνει άξιος της αθανάτου ζωής, τώρα έχω πιστέψει πως έλαβα το θείο φως. Έκτοτε δεν φόρεσε ξανά τον βασιλικό μανδύα, μέχρι τη στιγμή που αρρώστησε και κοιμήθηκε, την ημέρα της Πεντηκοστής 21η Μαΐου του έτους 337.
Ο λαός τον λάτρευσε γιατί φρόντισε τα οικονομικά του κράτους, που ήταν σε αθλία κατάσταση, για τα Ιδρύματα που ανήγειρε, για την αναμόρφωση του δικαίου, με τις αρχές του Ευαγγελίου, και γενικά για την χρηστή διοίκηση, που κατώρθωσε και έστησε ένα κράτος μοναδικό και αξιοζήλευτο για την εποχή του και όχι μόνον! Και βέβαια για το μεγάλο του ενδιαφέρον για τα εκκλησιαστικά ζητήματα που ανεφάνησαν, συγκροτώντας οικουμενική σύνοδο.
Εκοιμήθη σε ηλικία 63 ετών. Η Ιστορία ονόμασε τον Κωνσταντίνο Μέγα για τη διορατικότητά του, την κυριαρχία του κράτους του σε ολο το κόσμο, από τη Μεσοποταμία μέχρι τη Μεγάλη Βρετανία. Αξιοσημείωτο είναι ότι δεν έχασε καμμία μάχη είτε στο εσωτερικό, είτε στο εξωτερικό μέτωπο. Η δε Εκκλησία τον ανεκήρυξε Άγιο και Ισαπόστολο για το τεράστιο ιεραποστολικό του έργο. Τεμάχιο Ιερού λειψάνου του ευρίσκεται στην Ιερά Μονή Κωσταμονίτου Αγίου Όρους, μυροβλίζον, επίσης και άλλα αντικείμενα που έφερε, όπως το Σταυρό και τούς ήλους.
Η μνήμη και των δύο αγίων εορτάζεται από τους Ορθοδόξους, στις 21 Μαΐου, ενώ από τους Καθολικούς εορτάζεται στις 18 Αυγούστου μόνο η Αγία Ελένη!. (Η Καθολική Εκκλησία δεν έχει κατατάξει στους αγίους της το Μέγα Κωνσταντίνο και πως άλλωστε να το έκανε..).
Δεν είναι τυχαίο ούτε που ο μεν Αγιος Κωνσταντίνος κοιμήθηκε ανήμερα της Πεντηκοστής, ούτε που η εύρεση του Τιμίου Σταυρού συνέβη από τη μητέρα του, την Αγία Ελένη.

Απολυτίκιο
«Πρώτος πέφηνας, εν Βασιλεύσι, θείον έδρασμα, της ευσεβείας, απ’ ουρανού δεδεγμένος το χάρισμα· όθεν Χριστού τον Σταυρόν εφανέρωσας, και την Ορθόδοξον πίστην εφήπλωσας. Κωνσταντίνε Ισαπόστολε, συν Μητρί Ελένη θεόφρονι, πρεσβεύσατε υπέρ των ψυχών ημών»

Απολυτίκιο
«Του Σταυρού σου τον τύπον εν ουρανώ θεασάμενος, και ως ο Παύλος την κλίσιν ουκ εξ ανθρώπων δεξάμενος, ο εν Βασιλεύσιν Απόστολος σου Κύριε, Βασιλεύουσαν πόλιν τη χειρί σου παρέθετο· ην περίσωζε δια παντός εν ειρήνη, πρεσβείαις της Θεοτόκου, μόνε Φιλάνθρωπε»

________________________________________________
Σε πάρα πολλές περιοχές της Ελλάδος, διηγούνται στις τοπικές τους ιστορίες ότι η Αγία Ελένη πέρασε και ευλόγησε τα μέρη τους ιδρύοντας εκκλησίες είτε πηγαίνοντας προς τα Ιεροσόλυμα, είτε επιστρέφοντας. Η Ρόδος, η Κάλυμνος, η Τήλος, το Καστελόριζο (όπου μαζί με τον Άγιο Κωνσταντίνο είναι οι πολιούχοι του νησιού), η Νάξος, η Πάρος είναι μερικά μόνο από τα Ελληνικά νησιά που επαίρονται ότι φιλοξένησαν την Αγία Ελένη.
Στην Πάρο, η Αγία Ελένη προσευχήθηκε να την αξιώσει η Παναγία να βρει το Τίμιο Σταυρό και έταξε να χτίσει ναό στο όνομά Της. Αργότερα, εκπλήρωσε το τάμα της και έχτισε το ναό που σήμερα επονομάζεται Παναγία η Εκατονταπυλιανή. Το σωζόμενο κτίσμα είναι έργο της εποχής του Ιουστινιανού, όμως κατά τις αναστηλώσεις που πραγματοποιήθηκαν τη δεκαετία του 1960, με την επίβλεψη του ακαδημαϊκού Αναστάσιου Ορλάνδου, αποδείχτηκε ότι η παράδοση ήταν σωστή: του Ιουστινιάνειου ναού προϋπήρχε μια ξυλόστεγη βασιλική της εποχής του Μεγάλου Κωνσταντίνου.
Στην Ιερά Μονή Σινά, η Αγία Ελένη ανέγειρε παρεκκλήσι αφιερωμένο στην Παναγία και αμυντικό πύργο για την προστασία των μοναχών από επιθέσεις των νομάδων της περιοχής. Ο πύργος σώζεται μέχρι σήμερα και αποκαλείται «πύργος της Αγίας Ελένης».
Τη μεγαλύτερη σύνδεση με την αγία Ελένη όμως διεκδικεί το μαρτυρικό νησί της Κύπρου. Σύμφωνα με το «Χρονικό» του Λεόντιου Μαχαιρά, στο χωριό Μαρί της Κύπρου αποβιβάστηκε η Αγία Ελένη, γι’ αυτό και ο ποταμός που υπάρχει εκεί ονομάστηκε Βασιλοπόταμος.
Η παράδοση λέει ότι η Κύπρος μαστιζόταν από πολλά χρόνια ανομβρίας. Η ξηρασία την είχε ερημώσει, οι κάτοικοι είχαν φύγει και όσοι απόμειναν βασανίζονταν από πείνα, δίψα κι από τα δηλητηριώδη φίδια που είχαν κατακλύσει το νησί. Η αγία Ελένη προσευχήθηκε και τότε άνοιξαν οι ουρανοί. Καταρρακτώδεις βροχές πότισαν τη διψασμένη γη και για πρώτη φορά, έπειτα από πάρα πολλά χρόνια, εμφανίστηκε ουράνιο τόξο στον ουρανό. Γι’ αυτό και το ουράνιο τόξο αποκαλείται από τον κυπριακό λαό «ζωνάρι της αγιας-Ελένης».
Στην Κύπρο, η αγία ίδρυσε σύμφωνα με την παράδοση τρία μοναστήρια: τη μονή Σταυροβουνίου, έπειτα από θεϊκή αποκάλυψη, όπου άφησε τμήμα του Τιμίου Σταυρού, το σταυρό του καλού ληστή και ένα από τα καρφιά της Σταύρωσης. Το μοναστήρι βρίσκεται 9 χλμ. δυτικά του δρόμου Λευκωσίας-Λεμεσού, σε υψόμετρο 750 μέτρων και όλο το βουνό ονομάστηκε Σταυροβούνι από το Τίμιο Ξύλο που φιλοξενείται σε αυτό. Το μοναστήρι προς τιμήν της Ελένης ονομάζεται και «Βασιλομονάστηρο».
Η δεύτερη μονή είναι η μονή Τιμίου Σταυρού Ομόδους λίγο έξω από το χωριό Όμοδος (ετυμολογείται από το λατινικό “Homodeus”, το σπίτι του Θεού). Η μονή υπήρχε ήδη όταν έφτασε στην Κύπρο η Ελένη, αλλά άφησε κομμάτι από τον ιερό Κάνναβο (το σχοινί με το οποίο είχαν δέσει το Χριστό πάνω στο Σταυρό) και έτσι συνδέθηκε με το όνομά της. Την πληροφορία αυτή μας δίνει ο χρονογράφος Κυπριανός και είναι η μόνη που έχουμε για το πρώτο χτίσιμο της μονής.
Τέλος, στη νότια πλευρά του όρους Πενταδάκτυλου βρίσκεται το παλαίφατο μοναστήρι της Αγίας Τριάδος, που αποκαλείται και «Μονή της αγίας Ελένης».
Ο μυρωδάτος και χιλιοτραγουδισμένος βασιλικός, το πολυαγαπημένο φυτό του ελληνικού λαού, συνδέεται με την Αγία Ελένη. Όταν η Αγία είχε φτάσει στα Ιεροσόλυμα, δεν ήξερε πού να σκάψει για να βρει τον Τίμιο Σταυρό. Καθώς βάδιζε προβληματισμένη, μύρισε ένα υπέροχο άρωμα. Ψάχνοντας να δει από πού προέρχεται η εξαίσια ευωδιά, εντόπισε ένα μέρος όπου ήταν γεμάτο από πράσινους θάμνους, αυτοί ήταν που μύριζαν τόσο όμορφα. Τότε κατάλαβε ότι έπρεπε να σκάψει σε αυτό το σημείο και εκεί, κάτω από τη ρίζα του εύοσμου φυτού βρήκε το Σταυρό του Χριστού. Από τότε το ταπεινό αυτό φυτό ονομάστηκε «βασιλικός», επειδή φύτρωσε στο σημείο που σταυρώθηκε ο «Βασιλιάς του κόσμου» και επειδή οδήγησε τη Βασίλισσα να βρει το ιερό κειμήλιο.

________________________________________________

Υπάρχει ένα εξαίρετο βιβλίο: <<Μέγας Κωνσταντίνος - Κατηγορίες και αλήθεια>> του Κώστα Β. Καραστάθη, με πολλές Ιστορικές αναφορές και με επιστολές του μακαριστού Αρχιεπισκόπου Χριστοδούλου και του νυν αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος, Ιερωνύμου.
__________________________________________

Περίφημη ομιλία για τον Μέγα Κωνσταντίνο του π.Γεωργίου Μεταλληνού
με ιστορικά κριτήρια.