.δ.
 
 

 

ΠΝΕΥΜ.ΛΟΓΟΙ - ΟΜΙΛΙΕΣ.

 

ΛΟΓΟΣ ΕΝΘΡΟΝΙΣΤΗΡΙΟΣ ΤΟΥ ΠΑΝΟΣ. ΑΡΧΙΜ. π. ΙΑΚΩΒΟΥ ΜΠΙΖΑΟΥΡΤΗ ΕΠΙ ΤΗ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙ ΑΥΤΟΥ ΩΣ ΗΓΟΥΜΕΝΟΥ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΚΑΙ ΣΕΒΑΣΜΙΑΣ ΜΟΝΗΣ ΑΣΩΜΑΤΩΝ - ΠΕΤΡΑΚΗ


 

 

Αθήνα 26 Δεκεμβρίου 2002

Μακαριώτατε πάτερ και Δέσποτα, σεπτέ Προκαθήμενε της κατά την Ελλάδα Εκκλησίας, και κυρίαρχε Επίσκοπε της παλαιφάτου και Ιεράς ημών Μονής Παμμεγίστων Ασωμάτων Ταξιαρχών τουπίκλην Πετράκη.
Σεβασμιώτατε Μητροπολίτα και τίμιε προκάτοχε ημών εις την Ηγουμενίαν της γηραράς Μονής ταύτης κ.κ. Παύλε.
Θεοφιλέστατοι βοηθοί Επίσκοποι του Μακαριωτάτου.
Αγαπητοί Αδελφοί της Χριστοφιλούς και Χριστομιμήτου Αδελφότητος ημών, τίμιοι Συμπρεσβύτεροι, ευλαβεστάτη εν Χριστώ Διακονία, οσιολογιώτατοι Μοναχοί, ευσεβείς προσκυνητές του ιερού τούτου σεβάσμαστος της Ορθοδοξίας.

Δεν παρήλθον πολλαί ημέραι αφ' ου " αγάπη ανυποκρίτω και τιμή τη εις εμέ " η Γενική Σύναξις της Αδελφότητος ημών εν Αγίω Πνεύματι φερομένη, διά των τιμίων ψήφων των Αδελφών, μου ενεπιστεύθη την πρώτην των Διακονιών της Ιεράς και Σεβασμίας Μονής ταύτης, της των Παμμεγίστων Ταξιαρχών Ασωμάτων - Πετράκη.Υπείκων τω θείω θελήματι και σεβόμενος την απόφασιν της αγάπης των Αδελφών, εξαιτούμενος δε και τας θεοπειθείς ευχάς της πολυσεβάστου μου Υμετέρας Μακαριότητος, προάγομαι σήμερον ίνα και επισήμως αναλάβω το της Ηγουμενίας βαρύ διακόνημα, σπευδων ουκ " αγαλλομένω ποδί ", αλλ' έμφοβος και περιδεής προ της ανατεθείσης ευθύνης και της βαρυτάτου απολογίας της επί του φοβερού βήματος του Χριστού, την οποία τούτο συνεπάγεται.
Την ώραν ταύτην την σκέψιν μου συνέχει αφ' ενός μεν το μέγεθος του αναληφθέντος εγχειρήματος, αφ ετέρου δε το αντίξοον των επικρατουσών συνθηκών διότι, εάν " εν ταις Αθήναις - της εποχής εκείνης - παρωξύνετο το πνεύμα του Παύλου " από την κατείδωλον πόλιν και τα επικρατούντα ήθη, τι άραγε θα πρέπει ίνα αισθανώμεθα ημείς προ καθεστηκυίας τάξεως των νεοειδώλων του υλοζοισμού και της αμφισβητήσεως πάσης αξίας, επιχειρουμένης διά της προσβολής θεσμών προαιωνίων και των προσώπων των διακονούντων τούτους. Μάλιστα δε εν όψει του γεγονότος ότι η καθ' ημάς Ιερά Μονή δεν ευρίσκεται εις απομεμονωμένον σημείον της ελληνικής υπαίθρου, αλλ' εις αυτό τούτο το κέντρον των Αθηνών, γενομένη πολλάκις πρώτος αποδέκτης των σημείων των καιρών και φέρουσα την ευθύνην της ορθοτομήσεως του λόγου της αληθείας εν μέσω της συγχρόνου βαβελικής πολυφωνίας.
Διά τούτο και οφείλομεν ευθύς εξ αρχής ίνα προβάλωμεν την ιεραποστολικήν διάστασιν της διακονίας της Ιεράς ημών Μονής εν τη συγχρόνω κοινωνία και την επιδίωξιν και επιθυμίαν πάντων των Πατέρων ίνα αύτη αναδειχθή φάρος πνευματικός, αειλαμπής και καταυγάζων πάντας τους πορευομένους την οδόν του Κυρίου, ιδίως διά της Υπουργίας του κηρυκτικού λόγου, της επιτελέσεως των Μυστηρίων της χάριτος και δη της Ιεράς Εξομολογήσεως, αλλά και του προσωπικού βιώματος των αδελφών.
Τα ανωτέρω ουδόλως επάγονται ότι αφιστάμεθα της μακραίωνης Παραδόσεως του Ορθοδόξου Μοναχισμού, νοουμένης κυρίως ως Ησυχαστικής. Αυτονόητον βεβαίως, τυγχάνει ότι αφ' ενός η θέσις της Ιεράς ημών Μονής, αφ' ετέρου η διακονία των Πατέρων εις τας Ενορίας και τας άλλας θέσεις της Ιεράς Αρχιεπισκοπής, εκ τρίτου η πληθύς των προσκυνητών δυσχεραίνουν την δημιουργίαν απολύτου ησυχαστικού περιβάλλοντος και δικαιολογούν το ιδιόρρυθμον καθεστώς, το επικρατούν εις την εσωτερικήν διάρθρωσιν του βίου της Αδελφότητος. Ομως εξίσου αυτονόητον τυγχάνει το ότι ουδ' επί στιγμήν αφιστάμεθα των δεδομένων μοναχικών επαγγελιών της μοναδικής πολιτείας και της τηρήσεως των εντολών του Κυρίου, εργαζόμενοι
" μικρόν εκ πασών των αρετών ",κατά τον Άγιον Ιωάννην τον Χρυσόστομον. Ουδ' επί στιγμήν λησμονούμεν ότι " ημών το πολίτευμα εν ουρανοίς υπάρχει εξ' ου και σωτήρα απεκδεχόμεθα Κύριον Ιησούν Χριστόν ". Διά τούτο και ιδιαιτέρα μέριμνα λαμβάνεται διά την ως οίον τε αρτιωτέραν και συνεπεστέραν τέλεσιν των Ακολουθιών του νυχθημέρου είς τε το Καθολικόν της Ιεράς ημών Μονής και τα Μετόχια αυτής, ως και της Θείας Λειτουργίας επί καθημερινής βάσεως πλήν των περιόδων εν αίς κατά το Τυπικόν της Εκκλησίας αύτη δεν τελείται.Εξάλλου, ο οψέποτε προγραμματισμός ειδικών λατρρευτικών ευκαιριών, ως αι τελούμεναι εις το Καθολικόν και τα Μετόχια της καθ' ημάς Ιεράς Μονής Αγρυπνίαι, η και αι πανυγύρεις αυτών, τελούμεναι μοναχοπρεπώς, ευσχημόνως και κατά τάξιν, ενισχύουν τον σύνδεσμον πάντων των Αδελφών μετά της τροφού Ιεράς Μονής, αλλά και την μεταξύ ημών αγάπην.
Επιτρέψατέ μου δε Μακαριώτατε, επί του σημείου της μεταξύ ημών αγάπης να επιμείνω δι' ολίγων, αφ' ού " ουδέν ούτω Θεώ περισπούδαστον ως αγάπη δι' ήν και άνθρωπος γέγονε, και μέχρι θανάτου υπήκοος διά τούτο γαρ οι πρώτοι των μαθητών αυτού αδελφοί δύο γεγόνασιν, ενδειξαμένου διά των προοιμίων ευθύς του πανσόφου Σωτήρος, ότι πάντας τους μαθητάς αυτού αδελφικώς συνάπτεσθαι βούλεται. Ακριβώς δια τούτο, επειδή διά της λυτρωτικής του Κυρίου θυσίας, οι πάντες αδελφοί κατέστημεν, υιοθετηθέντες υπό του Θεού Πατρός, διά τούτο και ιδιαιτέρα προσπάθεια θα καταβληθή εν τοις πλαισίοις της Ιεράς Αδελφότητος προς διασφάλησιν και προαγωγήν της μεταξύ ημών αγαπητικής αλληλοπεριχωρήσεως "σπουδάζοντες τηρείν την ενότητα του Πνεύματος εν τω συνδέσμω της ειρήνης ακριβώς διότι ως Μοναχοί, μέλη της αυτής Αδελφότητος "εν εσμέν οι πάντες σχέσει και διαθέσει τη κατ' αγάπην ταυτοβουλία και συναινέσει τη εις το θέληματου Θεού.
Όμως, η υπουργία της αγάπης καθώς και η ιδιαιτέρα τιμή, η οποία αποδίδεται εις την Ιεράν Μονήν προς τον εν Αγίοις Πατέρα ημών Ιωάννην τον ελεήμονα, Πατριάρχην Αλεξανδρείας, επ' ονόματι του οποίου τιμάται η μικρή Αγία Τράπεζα του νοτίου κλίτους του Ιερού Βήματος, υπενθυμίζουν εις υμάς και την διάστασιν της φιλανθρωπίας ως παραμέτρου ανελικτικής εις τον πνευματικόν αγώνα. Κατά την Επιστολήν του Αγ. Ιακώβου του αδελφοθέου
" θρησκεία καθαρά και αμίαντος παρά τω Θεώ και πατρί αύτη εστίν, επισκέπτεσθαι ορφανούς και χήρας εν τη θλίψει αυτών , άσπιλον εαυτόν τηρείν από του κόσμου " . Τοιουτοτρόπως, η επίσκεψις και αρωγή κατά την θλίψην του εμπεριστάτου αδελφού συνδυάζεται μετά της ασπίλου τηρήσεως " από του κόσμου " και αποδεικνύεται η στενή συνάφειατης φιλανθρωπίας μετά της αποβολής του κοσμικού φρονήματος και της καθαρότητος της καρδίας του κατά Χριστόν αγωνιζομένου Μοναχού. Διά τούτο και η παλαίφατος Ιερά ημών Μονή, μαρτυρουμένη ότι από των απαρχών της ιδρύσεωςαυτής επεμελείτο της συναντιλήψεως των εν ανάγκαις , θα λάβη ιδιαιτέραν μέριμναν διά την ενάσκησιν της φιλανθρωπίας , εμπνεομένη εις το σημείον τούτο και εκ του σχετικου παραδείγματος και της ανυστάκτου φροντίδος του Μακαριωτάτου Ποιμενάρχου μας Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ.κ Χριστοδούλου, υποβοηθούσα κυρίως το πολύπλευρον είς τον τομέα τούτον έργον της Ιεράς Αρχιεπισκοπής, στρατευομένη πάση δυνάμει εις την διακονίαν του κουφισμού του ανθρωπίνου πόνου.

Όμως, κατά την ιεράν ταύτην στιγμήν, επόμενον είναι πλήν των βαρυτάτων καθηκόντων και της αναδείξεως της πνευματικής πορείας και διακονίας της Ιεράς ημών Μονής, να συνέχουν την σκέψιν μου και την καρδίαν μου συναισθήματα ευγνωμοσύνης και αγάπης πρός όσους παντοιοτρόπως συνέβαλον ίνα αχθώ εις την έυσημον ταύτην ημέρα, αναδεχόμενος το μέγα της Ηγουμενίας υπούργημα. Εν πρώτοις οφείλω ευγνωμόνως να μνημονεύσω τους ευσεβεστάτους γονείς μου. Κύριος ο Θεός αναπαύσοι την ψυχήν του πεφιλημένου μου πατρός, του από καιρού μεταστάντος εις ουρανίους σκηνάς. Πιστεύω ότι σήμερον θα χαίρη καθορών την τιμήν την οποίαν η Εκκλησία περιποιεί εις τον υιόν του, όπως συγκεκινημένη χαίρει και η προσφιλής μου μήτηρ, μετά των αδελφών μου και λοιπών κατά σάρκα συγγενών μου διά την πλουσίως επιδαψιλευομένην ευλογίαν του Κυρίου εις εμέ ανάξιον όντα. Η ευγνωμοσύνη μου δεν δύναται αλλέως πως να εκφρασθή παρά διά της ρητής υποσχέσεως της εσσαεί μνημονεύσεώς των, όσον ο Κύριος επιτρέπει εις εμέ την τέλεσιν της Ιεράς και Αναιμάκτου Μυσταγωγίας.
Επίσης, φέρω εις την μνήμην μου πάντας τους προ ημών Πατέρας , όσους Θεία χάρις με ηξίωσε να γνωρίσω έκ του σύνεγγυς και το κατά δύναμιν να διακονήσω. Τεσσαρακονθήμερον βρέφος με προσήγαγε εις τον Ναόν τούτον η μήτηρ μου πρός εκκλησιασμόν και μεταξύ των Πατέρων της Ιεράς ημών Μονής εμεγάλωσα και ηνδρώθην διδασκόμενος, όχι μόνον εν λόγοις, αλλά κυρίως εν παραδείγμασι την υπακοήν, την ανυπόκριτον αγάπην, την αφιλοχρηματίαν και τον ένθεον ζήλον πρός διάδοσιν του Ευαγγελίου της Πίστεως και προς διακονίαν της Αγιωτάτης Εκκλησίας ημών.
Χάριτας οφείλω και εις το σύνολον των σημερινών Πατέρων και αδελφών της Ιεράς Μονής ταύτης. Όχι μόνον διότι με ανέδειξαν εις την Διακονίαν ταύτην, αλλα κυρίως διότι διά των θεοπειθών ευχών των, της ανυποκρίτου υπακοής και της ανυστεροβούλου αγάπης των θα συνεχίσουν να στηρίζουν το αναληφθέν εγχείρημα και την πορείαν της Μονής εν κόσμω επ ' αγαθώ του χριστεπωνύμου πληρώματος και του ευσεβούς ημών έθνους. Ειδικήν αναφοράν οφείλω να κάμω εις τους δύο πολυαγαπητούς μου Ηγουμενοσυμβούλους και συναντιλήπτοράς μου είς το έργον της διοικήσεως της Ιεράς Μονής, τους Πανοσιολογιωτάτους Αρχιμανδρίτας π. Αντώνιον Αβραμιώτην και π. Θεόφιλον Μανωλάτον. Ευχαριστώ αμφοτέρους δια την άχρι τούδε πολύπλευρον στήριξιν και ολόθυμον συμπαράστασιν τους θεωρώ ώς τους προσωπικούς μου Κυρηναίους στη σταυρική διακονίατης Ηγουμενίας. Τους παρακαλώ εν τω αυτώ πνεύματι να συνεχίσουντην συνεργασίαν και υπόσχομαι αμέριστον αγάπην, ευήκοον ους και απόλυτον σεβασμόν των μοναχικών θεσμίων, των Ιερών Κανόνων και του υφιστάμενου εσωτερικού Κανονισμού της Ιεράς ημών Μονής.
Θερμάς ευχαριστίας εκφράζω και εις τον Αιδεσιμολογιώτατον Πρωτοπρεσβύτερον π. Θωμάν Συνοδινόν, Πρωτοσύγκελλον της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αθηνών, διά την αγαστήν συνεργασίαν, την πολλάκις αποδειχθείσα εμπιστοσύνην του εις το πρόσωπόν μου, αλλά και την πρός εμέ και την Ιεράν ημών Μονήν αγαπητικήν του διάθεσιν, την οποίαν προσπαθώ όση μοι δυναμις, να ανταποδώσω.
Τέλος, οφείλω να εκφράσω τας απείρους ευχαριστίας μου και την βαθυτάτην ευγνωμοσύνην μου προς τον Πρώτον,
Υμάς Μακαριώτατε Πάτερ και Δέσποτα, πολυσέβαστε φρυκτωρέ της καιομένης καρδίας των πιστών και όντως πατέρα πάντων ημών.Πολλάκις απεβλέψατε εις την ελαχιστότητά μου διά την ανάθεσιν ποικίλων καθηκόντων και διακονιών. Η θέσις του αμέσου συνεργάτου Υμών εις το Γραφείον Προσωπικού της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αθηνών, αλλά και ως Προέδρουτου Εκκλησιαστικού Συμβουλίου του Ιερου Ναού Αγίου Διονυσίου του Αρεοπαγίτου, πολιούχου της πόλεως ημών,γεννούν εις την πτωχήν καρδίαν μου αισθήματα υιικής αφοσιώσεως και συναισθήσεως αδυναμίας εις το κατ' ελάχιστον ανταποδώσεως των ευεργεσιών αυτών. Η δε υφ' Υμάς, ως τύπον και τόπον Χριστού, γενομενη έγκρισις και αποδοχή του αποτελέσματος της αγάπηςτων Πατέρων, μοι προσέδωκε την βεβαιότητα της ουτωσί εκφράσεως του θελήματος του Θεού ενώ η πατρική Υμών αγάπη αποτελεί την παρηγορωτέραν βακτηρίαν κατά την ενάσκησιν των καθηκόντων μου. Διά ταύτα πάντα Μακαριώτατε, οι λόγοι καθίστανται πτωχοί πρός έκφρασιν των οφειλομένων ευχαριστιών. Προσεύχομαι η εφ' εξής διακονία μου να τύχη αντάξιατων Υμετέρων προσδοκιών και επιδεψιλευθεισών ευεργεσιών, εμοί υποσχομένω την ολόθυμον συμπόρευσιν μεθ' Υμών διά την ανέλιξιν και προαγωγήν του εκκλησιαστικού έργου προς δόξαν του θείου Δομήτορος της Αγιωτάτης Εκκλησίας ημών.
Περαίνων τον λόγον, παρακαλώ διά τας επιστηρικτικάς προσευχάς πάντων των ενθάδε παρισταμένων, ως και των διά του Ραδιοφώνου ακρωομένων εξαιτούμαι τας πρεσβείας του αγίου Ιακώβου του αδελφού του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, των Παμμεγίστων Ταξιαρχών Μιχαήλ και Γαβριήλ και πασών των Επουρανίων Δυνάμεων Ασωμάτων, των και προστάτων της Ιεράς ημών Μονής, του Αγίου ενδόξου Πατρός ημών Ιωάννου του Ελεήμονος, Πατριάρχου Αλεξανδρείας προ πάντων δε της Υπεραγίας Ενδόξου Δεσποίνης ημών Θεοτόκου και Αειπαρθένου Μαρίας, της προστάτιδος και Εφόρου πάντων των μοναχών.
Κύριε Ιησού βοήθει μοι. Αμήν.