«Εγένετο δε εν τω τον όχλον επικείσθαι
αυτώ του ακούειν τον λόγον του Θεού και αυτός ην εστώς
παρά την λίμνην Γεννησαρέτ. και είδε δύο πλοία εστώτα
παρά την λίμνην οι δε αλιείς αποβάντες απ’ αυτών απέπλυναν
τα δίκτυα, εμβάς δε εις εν των πλοίων, ο ην του Σίμωνος,
ηρώτησεν αυτόν από της γης επαναγαγείν ολίγον· και καθίσας
εδίδασκεν εκ του πλοίου τους όχλους.
Ως δε επαύσατο λαλών, είπε προς τον Σίμωνα· επανάγαγε
εις το βάθος και χαλάσατε τα δίκτυα υμών εις άγραν.
Και αποκριθείς ο Σίμων είπεν αυτώ· επιστάτα, δι’ όλης
της νυκτός κοπιάσαντες ουδέν ελάβομεν· επί δε τω ρήματί
σου χαλάσω το δίκτυον. και τούτο ποιήσαντες συνέκλεισαν
πλήθος ιχθύων πολύ· διερρήγνυτο δε το δίκτυον αυτών.
και κατένευσαν τοις μετόχοις τοις εν τω ετέρω πλοίω
του ελθόντας συλλαβέσθαι αυτοίς· και ήλθον και έπλησαν
αμφότερα τα πλοία, ώστε βυθίζεσθαι αυτά.
Ιδών δε Σίμων Πέτρος προσέπεσε τοις γόνασιν Ιησού λέγων·
έξελθε απ’ εμού, ότι ανήρ αμαρτωλός ειμι, Κύριε. θάμβος
γαρ περιέσχεν αυτόν και πάντας τους συν αυτώ επί τη
άγρα των ιχθύων η συνέλαβον. ομοίως δε και Ιάκωβον και
Ιωάννην, υιούς Ζεβεδαίου, οι ήσαν κοινωνοί τω Σίμωνι.
Και καταγαγόντες τα πλοία επί την γην, αφέντες άπαντα
ηκολούθησαν αυτώ»
Με κάθε θαύμα Του ο Θεός θέλει να θυμίσει
στους ανθρώπους πρώτο, πως παρακολουθεί τον κόσμο, τον
κυβερνά με την παντοδύναμη θέλησή Του και τη σοφία Του·
δεύτερο, πως οι άνθρωποι δεν μπορούν χωρίς Εκείνον να
κάνουν τίποτα. Καμιά προσπάθεια δεν μπορεί να ευοδοθεί
χωρίς τη βοήθεια του Θεού. Καμιά συγκομιδή που έγινε
χωρίς την ευλογία του Θεού δε φέρνει αποτέλεσμα.
Το σημερινό ευαγγέλιο μας διδάσκει πως οι προσπάθειες
των ανθρώπων είναι μάταιες, αν ο Θεός δεν βοηθήσει.
Οι απόστολοι του Χριστού ψάρευαν, μα δεν έπιαναν τίποτα.
Όταν ο Χριστός όμως τους είπε να ξαναρίξουν τα δίχτυα
στη θάλασσα, έπιαναν τόσα ψάρια, ώστε τα δίχτυα δεν
άντεχαν το βάρος τους και σκίζονταν.
Ο Θεός δεν ανταμείβει ποτέ τους κόπους των ανθρώπων
τόσο πολύ, όσο ανταμείβει μια υπάκουη καρδιά.
Η ολοπρόθυμη υπακοή του Πέτρου αποδείχτηκε πολύ μεγάλη,
από το γεγονός ότι έθεσε αμέσως σε εφαρμογή τα λόγια
του Χριστού, μ’ όλο που πρέπει να ήταν κατάκοπος και
άυπνος, μούσκεμα και απογοητευμένος, μετά από μια νύχτα
άκαρπης προσπάθειας. Γι’ αυτό και η υπακοή του ανταμείφθηκε
αμέσως από το έλεος του Χριστού και την υπακοή των ψαριών,
αφού Εκείνος που δημιούργησε τα ψάρια, τους έδωσε εντολή
με το πνεύμα Του να συγκεντρωθούν και να γεμίσουν τα
δίχτυα. Τα ψάρια δεν έχουν φωνή. Ο Κύριος όμως τους
έδωσε εντολή με τη δική Του φωνή να πάνε στα δίχτυα,
όπως με τη φωνή Του έδωσε εντολή στους ανέμους να σταματήσουν
και στην ταραγμένη θάλασσα να γαληνέψει.
Τα ψάρια δεν άκουσαν τη φωνή του Κυρίου για να συναχτούν
μέσα στα δίχτυα. Τά ‘φερε εκεί η δύναμή Του. Με το να
μαζευτούν στα δίχτυα τόσο πολλά ψάρια, ο Κύριος αντάμειψε
πλούσια την ολονύκτια προσπάθεια των ψαράδων, εξανέμισε
τις ανησυχίες τους και κάλυψε τις σωματικές ανάγκες
τους. Έτσι την ίδια μέρα πέτυχε και το δεύτερο στόχο
Του.
Σαν είδε τόσο μεγάλο πλήθος από ψάρια, που δεν είχε
δει ποτέ ως τότε στη ζωή του ο Σίμων κι ένας άλλος που
ήταν μαζί του στη βάρκα, έκανε σινιάλο στους συναδέλφους
του να πλησιάσουν με τη δική τους βάρκα. Και δε γέμισε
μόνο η βάρκα του Σίμωνα με ψάρια, μα κι η βάρκα του
Ιακώβου και του Ιωάννη. Και γέμισαν τόσο πολύ, ώστε
από το βάρος των ψαριών κινδύνευαν να βουλιάξουν. Κι
ίσως να είχαν βουλιάξει, αν δεν ήταν κοντά τους ο Κύριος.
Γεμάτος δέος από το αναπάντεχο θέαμα, ο Πέτρος έπεσε
γονατιστός στα πόδια του Χριστού. Ούτε για μια στιγμή
δεν αμφέβαλε πως τέτοια καλή ψαριά οφειλόταν στην παρουσία
του Χριστού στο πλοιάριο κι όχι στις δικές του προσπάθειες.
Το περιστατικό αυτό συγκλόνισε τον Σίμωνα ως τα τρίσβαθα
της ψυχής του, γι’ αυτό και στη συνέχεια δεν ονόμασε
πια τον Ιησού «επιστάτη», αλλά «Κύριο». Κάθε άνθρωπος
μπορεί να γίνει «επιστάτης», «αφεντικό», μα μόνο ένας
Κύριος υπάρχει. Όταν άκουγε το σοφό δάσκαλο να διδάσκει
τα πλήθη από το πλοίο που βρισκόταν κοντά στην ακτή,
ο Σίμων τον ονόμασε «Επιστάτη» ή «Διδάσκαλο». Τώρα όμως
που είδε το θαυμαστό αυτό έργο Του, τον ομολόγησε «Κύριο».
Εγκατέλειψαν τα πλοιάρια. Ας τα πάρουν άλλοι κι ας τα
κάνουν ό,τι θέλουν. Ο Πέτρος άφησε και το σπίτι του
και τη γυναίκα του. Ο Ιάκωβος κι ο Ιωάννης άφησαν το
σπίτι και τον πατέρα τους. Κι όλοι τους τον ακολούθησαν.
Για ποιό λόγο να στενοχωρηθούν; Δεν είχαν αγωνιστεί
όλη νύχτα άσκοπα; Εκείνος που μπορεί να κάνει τα πάντα,
θα μπορούσε να θρέψει κι αυτούς και τις οικογένειές
τους. Εκείνος που στολίζει τα κρίνα του αγρού και τα
κάνει πιο θαυμαστά ακόμα κι από το βασιλιά Σολομώντα,
ο ίδιος θα φροντίσει και για το δικό τους ντύσιμο. Η
τροφή και το ντύσιμο είναι το ελάχιστο που έχουν να
φροντίσουν. Εδώ ο Κύριος τους καλεί στο μέγιστο: στη
βασιλεία του Θεού. Όταν μπορεί να τους δώσει το μέγιστο,
είναι δυνατό να μην μπορέσει να τους δώσει το ελάχιστο;
Ολόκληρο το περιστατικό αυτό έχει κι ένα βαθύτερο νόημα.
Το πλοίο σημαίνει το σώμα. Τα σχισμένα δίχτυα σημαίνουν
το παλιό πνεύμα του ανθρώπου. Τα βάθη της θάλασσας σημαίνουν
το βάθος της ψυχής του ανθρώπου. Όταν ο Κύριος κατοικεί
σ’ έναν υπάκουο άνθρωπο, τότε ο άνθρωπος αυτός απομακρύνεται
από την ακτή του υλικού κόσμου και πηγαίνει από τις
αισθητικές σκιές στα πνευματικά βάθη. Στα βάθη αυτά
ο Κύριος του αποκαλύπτει τ’ αμέτρητα πλούτη των δωρεών
Του, για τις οποίες αγωνιζόταν μάταια σ’ ολόκληρη τη
ζωή του. Κάθε υπάκουος άνθρωπος που λαβαίνει το δώρο
του από κάποιον άλλον, πρέπει να ξέρει πως το δώρο αυτό
προέρχεται από το Θεό, όχι από άνθρωπο. Έτσι πρέπει
αμέσως, χωρίς χρονοτριβή, ν’ αρχίσει να εργάζεται για
τη διατήρηση, τον πολλαπλασιασμό και τη μετάδοση του
δώρου.
Τί σημαίνει τώρα το γεγονός των υπάκουων ψαράδων που
τράβηξαν τα πλοιάριά τους στην ακτή, τα εγκατέλειψαν,
όπως κι οτιδήποτε άλλο κατείχαν κι ακολούθησαν το Χριστό;
Πως ο άνθρωπος που είναι προικισμένος από το Θεό, όταν
προχωρεί στα βαθιά, εγκαταλείπει το σώμα με τα πάθη
του, καθώς και κάθε εφάμαρτο δεσμό με το οποίο ήταν
δεμένος ως τότε, εγκαταλείπει δηλαδή τα πάντα. Εγκαταλείπει
όχι μόνο το σώμα και τους δεσμούς του, αλλ’ ακόμα και
το παλιό πνεύμα του με όλες τις ιδέες του. Και τότε
ακολουθεί Εκείνον που ντύνει όσους καλεί με το νέο ένδυμα
της σωτηρίας, που καλεί πάντα τους υπάκουους πιστούς
στα πνευματικά βάθη.
Η ευαγγελική αυτή περικοπή είναι γεμάτη από διδαχές
για μας, για τη γενιά μας, όπως και τα δίχτυα των ψαράδων
ήταν γεμάτα από τα ευλογημένα ψάρια. Ας μπορούσαν οι
σύγχρονοι άνθρωποι να πάρουν από το σημερινό ευαγγέλιο
τουλάχιστο το μάθημα της υπακοής στο Θεό! Όλες οι άλλες
διδαχές τότε θα ήταν ακόλουθές της κι όλα τα καλά που
επιθυμεί η καρδιά του ανθρώπου θ’ αλιεύονταν στα χρυσά
δίχτυα της ευαγγελικής υπακοής.
Έχουμε μπροστά μας δύο παραδείγματα υπακοής: την υπακοή
των ψαριών και την υπακοή των αποστόλων. Ποιά από τις
δύο είναι πιο σπουδαία; Αυτό είναι αυταπόδεικτο. Τα
ψάρια υπακούνε στην εντολή του Κυρίου και θυσιάζουν
τη ζωή τους στα πόδια Του. Ο Κύριος τα δημιούργησε για
την εξυπηρέτηση των αναγκών του ανθρώπου.
Το παράδειγμα της υπακοής των αποστόλων είναι επίσης
συγκινητικό. Οι απλοί άνθρωποι συνήθως έχουν πιο στενούς
δεσμούς με τα σπίτια και τις οικογένειές τους από τους
κοσμικούς ανθρώπους. Οι κοσμικοί έχουν πολλούς και ποικίλους
δεσμούς με τον κόσμο. Κι αν ακόμα χαλαρώσει ένας δεσμός
τους, έχουν πολλούς άλλους. Κι όμως, οι απλοί ψαράδες
τα εγκατέλειψαν όλα, έσπασαν τους λίγους αλλά πολύ δυνατούς
δεσμούς τους με τον κόσμο, με τα σπίτια και τις οικογένειές
τους και ακολούθησαν τον Κύριο στα μεγάλα και πλούσια
πνευματικά βάθη χωρίς να πάρουν τίποτα μαζί τους, παρά
μόνο τον εαυτό τους. Ο χρόνος έδειξε πως ο Κύριος τους
αντάμειψε πλούσια για την υπακοή τους. Αναδείχτηκαν
στύλοι της Εκκλησίας του Θεού στη γη και μεγάλοι άγιοι
στην ουράνια βασιλεία Του. Ας βιαστούμε λοιπόν κι εμείς
ν’ ακολουθήσουμε το παράδειγμα της υπακοής τους. Η νύχτα
της επίγειας διαδρομής μας τελειώνει. Όλοι οι κόποι
της νύχτας είναι έτσι κι αλλιώς μάταιοι, τα δίχτυα μας
είναι άδεια, οι καρδιές μας γεμάτες κακία, οι ψυχές
κι ο νους μας λιμοκτονούν, αφού έχουν στερηθεί τη βοήθεια
του Θεού.
Ο πράος Κύριος στέκεται δίπλα στο πλοίο του καθενός
μας και μας καλεί. Εκείνος, ο παντογνώστης Δημιουργός,
ζητάει από τον καθένα μας να τον αφήσουμε να μπει στο
πλοίο και να ταξιδέψουμε μαζί Του μακριά από τις σκιές
και τις φουρτούνες της ζωής, στα μεγάλα βάθη της πνευματικής
θάλασσας. Εκεί θα γεμίσουμε το πλοίο μας με όλα τα αγαθά
που επιθυμούμε. Ας τον υπακούσουμε τώρα, την ώρα που
μας καλεί, γιατί όταν χαράξει η μέρα δε θα τον δούμε
πια ως αιτούντα, αλλ’ ως Κριτή. Ας μην απορρίψουμε το
αίτημά Του να μπει στην καρδιά και στην ψυχή μας, όπως
δεν το απέρριψε ο Πέτρος. Δε μας το ζητάει για δική
Του χάρη, αλλά για δική μας. Να ξέρεις πως δεν είναι
εύκολο στον Πάναγνο να μπει κάτω από ακάθαρτη στέγη.
Να ξέρεις πως αυτό που κάνει είναι θυσία, που την κάνει
όμως από αγάπη για μας. Δε μας ζητάει να μπει μέσα για
να πάρει, άλλα για να δώσει. Το μόνο που θέλει, είναι
να δεχτούμε τη βοήθεια και τη θυσία Του. Αδελφοί μου,
ας αφουγκραστούμε τη φωνή που μας καλεί, προτού φτάσει
στ’ αυτιά μας η φωνή του Κριτή.
Απόσπασμα ομιλίας: Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς